Οι παλιοί έλεγαν:
“Ή μικρός – μικρός παντρέψου, ή μικρός καλογερέψου”
Εδώ και χρόνια η προϋπόθεση της μοναχικής κλίσης και της άνωθεν κλήσης, μετατράπηκαν σε μια αθρόα παραγωγή σχολών καλού μοναχού, όπου συναγωνίζονται φωτισμένοι πνευματικοί και χαρισματικοί ηγούμενοι στο
“ποιος κατέχει τον ασφαλέστερο τρόπο, τον ευκολότερο δρόμο για τη σωτηρία του ανθρώπου”.
Σάμπως και φτάσαμε σε μια εποχή που η απάντηση του Παύλου στο δίλλημα, τη διασταύρωση του νέου με οδούς την παρθενία ή τον γάμο έπαψε να περιέχει για καθεμία από αυτές την κατάληξη στην ασωτίας και τον Φαρισαϊσμό.
Οι επίδοξοι οδηγοί προτάσσουν:
“Όλοι σώζονται, αλλά εδώ, με εμένα οδηγό σου φτάνεις ψηλότερα, ή για κάποιους ευκολότερα.”
Στην σκανδαλώδη ερώτηση,
“τι θα γίνει αν έρθει η εποχή όπου όλοι οι άνθρωποι θα μονάζουν”
απαξιεί να απαντήσει.
Και σωστά, αφού δεν απειλούμαστε μην λήξει η παρουσία του ανθρώπου στη γη, αφού θα “εξαναγκαστεί” ο Ύψιστος από τα κατορθώματα του πλάσματός Του και την Φιλανθρωπία Του να Δημιουργήσει έναν άλλο τρόπο παράτασης ή αναπαραγωγής του.
Αλλά από πότε η κλήση για το μοναχισμό έγινε μη απαιτητή;
Αυτή η κλήση είναι κάτι ξεκάθαρο που θα αισθανθεί εσωτερικά ένας άνθρωπος. Nιώθει την βεβαιότητα ότι η χαρά, που κάθε άνθρωπος αναζητεί στη ζωή του, βρίσκεται στην αφιέρωσή του στην προσευχή και τη δοξολογία. Αυτό το αίσθημα της βεβαιότητας θεωρείται κλήση από τον ίδιο το Θεό και διαφέρει παρασάγγας από τη λογική σκέψη και τους μαθηματικούς υπολογισμούς. Δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τη λογική.
Από αυτό διακρίνεις αν κάποιος έχει αυτήν την κλήση. Στην ερώτηση για την απόφαση για μοναχισμό, αρκεί να μην εισπράξεις λογική απάντηση.
Η γνήσια κλήση είναι κάτι που τις περισσότερες φορές διακατέχει τον άνθρωπο από πολύ νεαρή ηλικία. Έχει επίγνωση της μοναστηριακής ζωής και των χαρακτηριστικών της, όπως η παρθενία, η ακτημοσύνη, η υπακοή. Έχει μια χωρίς προσπάθεια έφεση σ’ αυτά. Αν ακούσεις κάποια λογική αιτιολόγηση, όπως
“θέλω να σωθώ με σιγουριά”,
ή
“βρήκα ένα φωτισμένο και σίγουρο οδηγό για τη σωτηρία μου”,
τότε μάλλον δεν υπάρχει πραγματική κλήση αλλά κάποιου τύπου χειραγώγηση ή στην πραγματικότητα δειλία για τον βιωτικό αγώνα. Νομίζει, δηλαδή, ότι βρήκε έναν εύκολο δρόμο με “μέσον“, σαν κάποιο λαμόγιο, για να παρακάμψει τον υποχρεωτικό για όλους τεθλιμμένο δρόμο της σωτηρίας και της θέωσης.
Ένας άπειρος νέος είναι αναμενόμενο να μπερδέψει ή να παρανοήσει την πραγματική αίσθηση της κλήσης με τον πόθο για σωτηρία και την αναζήτηση του σωστού δρόμου του Θεού. Γι αυτό όλη την ευθύνη επωμίζεται ο πνευματικός του καθοδηγητής. Αυτός οφείλει να διακρίνει τη διαφορά της κλίσης για αφιέρωση στο Θεό με την κλίση στην αγιότητα, που δεν περνάει υποχρεωτικά από το μοναστήρι.
Από πότε η κλίση στην αγιότητα ερμηνεύεται κλίση στο μοναχισμό;
Από πότε εξοβελίστηκε ο γάμος;
Από πότε αφαιρέθηκε η προϋπόθεση των θλίψεων από το δρόμο της σωτηρίας;
Θλίψεις στην μοναχική ζωή, θλίψεις και στην γαμήλια ζωή.
Υπακοή, ακτημοσύνη και παρθενία στον μοναχό.
Υπομονή, αγάπη, θυσία, μέριμνα, ομολογία στον έγγαμο κοσμικό βίο.
Από πότε η βίωση της αγάπης απώλεσε τη θυσία για τον πλησίον;
Στη σημερινή χρονική συγκυρία και εποχή, ποιος δρόμος έχει μεγαλύτερη ανάγκη από αγωνιστές του Θεού; Ο δρόμος της μοναχικής ζωής στο μοναστήρι μακριά από τους πειρασμούς του σημερινού κόσμου, ή ο δρόμος ανάμεσα στον κοσμικό άνθρωπο που έχει χάσει την πίστη του και κάθε ελπίδα του σε Θεό και Χριστό;
Ας αναρωτηθούν οι σημερινοί πνευματικοί καθοδηγητές,
αν είχαν καλούς στρατιώτες, παληκάρια, σε ποια μάχη θα τους έστελναν; Στην εύκολη ή στη δύσκολη; Και ποιόνου το θέλημα θα θέλαν να κάνουν;
Την απάντηση την έχουμε λάβει ήδη και τη λαβαίνουμε συνεχώς από τις επιλογές των πνευματικών ηγετών σήμερα. Αυτή η καθοδήγηση που έχουν εφαρμόσει, τα τελευταία χρόνια τουλάχιστον, έχει τα αποτελέσματα που εισπράτουμε από την κοινωνία σήμερα. Απομάκρυνση από τη λειτουργική ζωή της εκκλησίας, απώλεια της εμπιστοσύνης στο ράσο, απαξίωση της θεοσέβειας, υποταγή στα πάθη.
Θα πει κάποιος εύκολα:
“έτσι ήταν πάντοτε ο κόσμος”
Ναι, αλλά το εύρος και το βάθος της απομάκρυνσης από το Θεό σε μια κοινωνία με τόσες δωρεές και χριστιανικές παραδόσεις σε βάζει σε άλλες σκέψεις και συμπεράσματα.
Ας σκύψουν λοιπόν οι οδηγοί στον δρόμο που με το στόμα διδάσκουν. Ας ζητήσουν πρώτα το θέλημα του Θεού. Δεν υπάρχει διαγωνισμός πολυπληθέστερου μοναστηριού. Υπάρχει μοναχά αγώνας σωτηρίας του όλου κόσμου. Όλου του κόσμου.
Φοβάμαι να ομολογήσω πως μου θυμίζει η εποχή μας το λόγο
“οδηγοί εισι τυφλοί τυφλών· τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται”.
Ας φωτίσει το Άγιο Πνεύμα τους οδηγούς και να σπεύσει να βοηθήσει και ο Πατροκοσμάς, γιατί…
…ουαί κι αλλοίμονό μας!