Το μυστήριο της σάρκωσης του Θεού προκαλεί κάθε ανθρώπινη λογική.
Τα ερωτήματα που γεννιούνται είναι εκκωφαντικά.
- Γιατί τότε και όχι νωρίτερα ή αργότερα;
- Γιατί να περιοριστεί ο άπειρος Θεός, που περιέχει τα πάντα, ορατά και αόρατα, σε ένα μόριο του ανθρώπου;
- Γιατί να μην σαρκωθεί σαν άνθρωπος κάποιας ηλικίας, χωρίς να περάσει από την ανθρώπινη γενετική διαδικασία, αφού, σαν Θεός που έφτιαξε τα πάντα, μπορούσε να το κάνει;
Ας ξεκινήσουμε από το θέμα του χρόνου. Βασικά,
- ο χρόνος… δεν υπάρχει.
Είναι κατασκεύασμα του ανθρώπου. Είναι μια σύμβαση, για να συνεννοούμαστε. Είναι μια ονοματοδοσία.
Ένα ξύλινο τραπέζι υπάρχει στο σπίτι μου, είτε το αποκαλώ τραπέζι, είτε το λέω κάπως αλλιώς. Το τραπέζι είναι αυτό το ξύλινο αντικείμενο, δεν είναι το όνομά του. Έχει μήκος, πλάτος και ύψος, αλλά ούτε οι διαστάσεις του είναι το τραπέζι. Το ονομάζουμε κάπως για να αναφερόμαστε μεταξύ μας οι άνθρωποι, ώστε ο ένας να καταλαβαίνει τον άλλον, όταν θέλουμε να μιλήσουμε γι’ αυτό, ώστε να γίνει κατανοητό το νόημα των λόγων μας από αυτούς με τους οποίους μιλάμε. Ο νους του ανθρώπου χρειάζεται κάποιο βοήθημα για να κατανοήσει το λόγο, να μεταδώσει και να εισπράξει νοήματα.
Στο θέμα του χρόνου, υπάρχει μία και μόνη διάσταση μηδενικής τιμής και αυτή είναι το παρόν, το τώρα.
Το παρελθόν δεν υπάρχει. Υπήρχε, πέρασε. Η διάσταση που αντιπροσωπεύει πλέον το παρελθόν, είναι η μνήμη. Η μνήμη των ανθρώπων, των ζώντων και του Θεού.
Το μέλλον δεν έχει υπάρξει ακόμη. Το μέλλον δεν είναι μνήμη. Για το μέλλον, υπάρχουν οι ανθρώπινες προσδοκίες, οι στόχοι, οι επιθυμίες.
Δεν μπορούμε να ταξιδέψουμε στο παρελθόν, όπως στις ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Όπου και να πας, πέρα από το παρόν, θα είναι πάντοτε στο μέλλον.
- Δηλαδή, οι προφητείες του μέλλοντος είναι κάτι ανόητο;
Και ναι, και όχι. Μια προφητεία είναι η πρόρρηση κάποιου γεγονότος που θα συμβεί στο μέλλον. Ακριβέστερα, ενός γεγονότος που μάλλον θα συμβεί στο μέλλον. Αν δω ένα νήπιο να μπαίνει ασυνόδευτο σε ένα μαγαζί με γυαλικά είδη, όπου δεν υπάρχει υπάλληλος μέσα, μπορώ να προφητέψω ότι το μικρό παιδί θα σπάσει κάποιο γυάλινο αντικείμενο, στο… άμεσο μέλλον. Δεν είμαι προφήτης, αλλά με τη δύναμη του νου μου και με την εμπειρία μου από μικρά παιδιά, είμαι βέβαιος ότι θα γίνει κάτι τέτοιο. Αν έβλεπα ένα άλλο νήπιο να μπαίνει στο κατάστημα, αλλά που συνοδεύεται από έναν κηδεμόνα του, δεν θα είχα την ίδια γνώμη. Δηλαδή, ανάλογα με τις γνώσεις και την εμπειρία μου, και χρησιμοποιώντας το νου μου, έχω τη δυνατότητα να προβλέψω το μέλλον, σε κάποιο ανάλογο βαθμό.
Οι γνώσεις και η νοητική δυνατότητα ενός ανθρώπου είναι περιορισμένες, έστω κι αν κάποιοι έχουν πολλές γνώσεις και μεγάλες νοητικές δυνατότητες. Η προφητεία ενός ανθρώπου, λοιπόν, είναι ανόητη αν μιλάει για κάποιο μακρινό μέλλον. Όμως ο Θεός έχει άπειρες γνώσεις και άπειρη νοητική δυνατότητα, που μπορεί να προλέξει μελλοντικά γεγονότα. Ακόμη κι Αυτός, προφητεύει το μέλλον με βάση το παρόν, το οποίο, όπως είπαμε είναι το μόνο που υπάρχει. Επειδή ο άνθρωπος, σαν εικόνα του Θεού, έχει ελεύθερη βούληση, ο Θεός δεν επεμβαίνει στη βούλησή του, είναι δυνατόν να αλλάξουν τα δεδομένα του παρόντος στο… μέλλον, ή αλλιώς ορθότερα, του μέλλοντος παρόντος. Συνεπώς, δεν είναι προδιαγεγραμμένο το μέλλον, ούτε υπάρχει αυτό που λέμε η μοίρα που δεν αλλάζει. Αν ήταν έτσι, η δημιουργία του Θεού θα ήταν πολύ βαρετή και άχαρη για το Θεό.
Αφού, λοιπόν, ο χρόνος δεν υπάρχει, ο Θεός δεν επέλεξε το συγκεκριμένο χρόνο για να σαρκωθεί, αλλά τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε, ή μάλλον, θα Του άρμοζε για να σαρκωθεί. Αυτό είναι το κυρίως προφητικό αντικείμενο. Σε αυτό επικεντρώνονται οι προφητείες, τις οποίες αποκάλυπτε στους εκλεκτούς Του πιστούς. Αντίστοιχα, εκτός από το γεγονός της σαρκώσεως του Υιού του Θεού, του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, προφητεύτηκαν και τα έργα του επί της γης, τα θαύματα, τα Πάθη, η Σταύρωση και η Ανάστασή Του. Ο μοναδικός προφητευμένος χρονικός προσδιορισμός ήταν οι τρεις ημέρες στον Άδη, οι οποίες ήταν κι αυτές απλά συμβολικές σαν χρονικό διάστημα, και δόθηκαν μόνο σαν ένα αποδεικτικό στοιχείο, ώστε αυτοί που γνώριζαν αυτήν την προφητεία να πιστέψουν ότι ήταν πραγματικά αυτός στον οποίον αναφέρονταν οι προφητείες. Άλλωστε, το έργο που ήθελε να κάνει στον Άδη, θα μπορούσε να το κάνει σε λιγότερο χρόνο, αν ήθελε.
- Ποιος ήταν ο τρόπος της σάρκωσης;
Αυτός που θα άρμοζε σε έναν Θεό. Εκτός από τέλειος Θεός, έπρεπε να γίνει και τέλειος Άνθρωπος, για να μας δείξει ψηλαφητά τον προορισμό μας, το πώς είμαστε προορισμένοι να γίνουμε, δηλαδή από το “κατ’ εικόνα” στο “καθ’ ομοίωσιν”. Γι’ αυτό, έπρεπε να περάσει από όλο το δρόμο που περνάει ένας άνθρωπος για να γεννηθεί, ξεκινώντας από το μηδέν, δηλαδή από τη σύλληψη.
Το πρώτο που μας δείχνει, λοιπόν, είναι ότι
- η ζωή του ανθρώπου ξεκινάει από τη στιγμή της συλλήψεως, “εξ άκρας συλλήψεως”.
Τη στιγμή που η Μαρία αποδέχτηκε το ευαγγελιζόμενο θέλημα του Θεού, λέγοντας “ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου”, κατοίκησε ο Υιός του Θεού στο ωάριό της, ξεκινώντας την σάρκινη ζωή Του, χωρίς να απεκδύεται της θεϊκής του υπόστασης. Ήταν πλέον, όχι μόνο πνεύμα, αλλά πνεύμα και σάρκα. Ως πρότυπό μας, λοιπόν, μας δείχνει ότι και εμείς κατά τη σύλληψή μας, γεννιόμαστε και ως σάρκα και ως πνεύμα. Όντας ο Χριστός πριν ως πνεύμα, το πνεύμα του Θεού, ήταν μετά όπως και πριν πνεύμα, αλλά πλέον και ως σάρκα. Η μόνη δική μας διαφορά είναι ότι πριν τη σύλληψη δεν υπάρχουμε ως πνεύμα, αλλά το πνεύμα μας δημιουργείται τη στιγμή της σύλληψης, μαζί με τη δημιουργία του σώματος σαν γονιμοποιημένο έμβρυο. Και όπως το πνεύμα του Χριστού δεν καταργήθηκε και ξαναδημιουργήθηκε κάποια στιγμή αργότερα κατά την κύηση, έτσι και κάθε άνθρωπος είναι ζωντανός, ως πνεύμα, από τη στιγμή της συλλήψεως και όχι αργότερα.
Το άλλο που αποτελεί τον κατάλληλο τρόπο για τη σάρκωση του Θεού είναι το “δοχείο” – μητέρα να είναι το τέλειο “δοχείο” για να δεχτεί και να κουβαλήσει το Θεό. Έπρεπε η μητέρα να είναι σωματικά τελείως αγνή, γι’ αυτό έπρεπε να είναι παρθένος. Εφόσον ο πατέρας δεν θα ήταν άνθρωπος, αλλά ο Θεός Πατέρας, δεν θα μπορούσε αυτή να έχει σαρκική σχέση με άλλον άνδρα. Δεν θα γινόταν αλλιώς, παρά να είναι αμίαντος. Αυτό μας δείχνει ότι
- το τέλειο για τους ανθρώπους, αν δεν μείνουν παρθένοι στη ζωή τους, είναι να έχουν μόνο μία συζυγική σχέση.
Μάλιστα, λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο που λειτουργεί ο Θεός και την προϋπόθεση της τελειότητας της εκλεκτής μητέρας για τη σάρκωση του Θεού, και μη έχοντας σχετική μαρτυρία από την παράδοση, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι η Μαρία, όχι μόνο ήταν παρθένος κατά τη σύλληψη, αλλά και ότι δεν είχε καν ωορρηξία έως τότε.
Από όλη τη γη, ήταν η Μαρία η μόνη γυναίκα τόσο αγνή σωματικά, για να την επιλέξει ο Θεός; Πιθανότατα όχι. Όμως είχε και την ανάλογη πνευματική κατάσταση, ώστε να αρμόζει για την κύηση του Θεού. Ήταν Εβραία, δηλαδή ανήκε στο λαό που είχε μείνει στην πίστη του αληθινού Θεού, και όχι μόνον αυτό, αλλά ήταν πραγματικά πιστή στο Θεό. Μάλιστα, από μικρό παιδάκι είχε μεγαλώσει μέσα στο ναό του Θεού, υπό την κηδεμονία των ιερέων του ναού. Ήταν δε γεννημένη από ευσεβέστατους γονείς με βαθιά πίστη στο Θεό. Οι γονείς της είχαν βιώσει οι ίδιοι την παντοδυναμία του Θεού, αφού η γέννηση της Μαρίας έγινε όταν η μητέρα και ο πατέρας της ήταν σε πολύ προχωρημένη ηλικία, που θα ήταν αδύνατον να τεκνοποιήσουν, αν δεν υπήρχε θαυματουργική παρέμβαση, συνοδευόμενη από εμφανίσεις αγγέλων που τους πληροφόρησαν γι’ αυτό. Τέτοια βιώματα απολυτοποιούν την πίστη κάθε καλοπροαίρετου ανθρώπου, πόσο μάλλον ανθρώπων που ήδη πίστευαν βαθιά στο Θεό. Μελετώντας την εκλογή της Μαρίας από το Θεό, που ήθελε μια μητέρα με τις τελειότερες προϋποθέσεις, βλέπουμε ποιες είναι οι τελειότερες συνθήκες για τη μέριμνα και ανατροφή ενός παιδιού. Δηλαδή,
- οι γονείς να πιστεύουν βαθιά και απόλυτα στο Θεό, ήδη από τη στιγμή της συλλήψεως και την κυοφορία ενός παιδιού από τη μητέρα του, καθώς και από τη γέννησή του να το ανατρέφουν και να το διαμορφώνουν πνευματικά ως προς την πίστη στο Θεό.
Η τελευταία προϋπόθεση για την σάρκωση του Θεού ήταν η συμφωνία της μητέρας να γίνει το “δοχείο” του σαρκώμενου Θεού. Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο “κατ’ εικόνα” Του, προσδίνοντάς του την ιδιότητα της ελευθερίας της βουλήσεως, την οποία έχει και ο Θεός στη φύση Του. Βεβαίως και έχει τη δύναμη και θα μπορούσε, αν ήθελε, να σαρκωθεί μέσω της Μαρίας, χωρίς να λάβει τη συγκατάθεσή της, αλλά έτσι θα παραβίαζε την ελευθερία της βούλησης, την οποία ο ίδιος, ηθελημένα έδωσε στο πλάσμα του, πλάθοντάς το όμοιο με Κείνον, “κατ’ εικόνα” Του. Μα έτσι δεν θα ήταν ούτε λογικό, ούτε και θα άρμοζε σε αυτόν το Θεό. Αυτό το χαρακτηριστικό του τρόπου του, λοιπόν, μας δείχνει και ποιος είναι ο τρόπος για να έρθει και να συγκατοικήσει μέσα μας ο Θεός. Δηλαδή,
- για να έρθει ο Θεός μέσα μας, πρέπει να τον θέλουμε για να έρθει.
Όλα αυτά, που αποτελούν τον τρόπο, τις προϋποθέσεις που χρειαζόταν ο Θεός για να σαρκωθεί, τα πληρούσε η Παναγία Παρθένος, τότε. Τότε, λοιπόν, ήταν ο χρόνος που ήταν κατάλληλος για να σαρκωθεί ο Υιός του Θεού, να γίνει άνθρωπος σαν κι εμάς, για να μας φέρει “εις σεαυτόν” και σε Αυτόν, έτσι όπως από την αρχή μας δημιούργησε για να γίνουμε.