Εκ πρώτης παράφωνος ο χαρακτηρισμός σαν κάτι αρνητικό. Στην παράδοσή μας οι γέροντες είναι φάρος και πρότυπο παραδειγματισμού, οδηγός πίστεως. Μολαταύτα, όπως και κάθε τι, όταν φτάνει στην υπερβολή γίνεται αρνητικόν. Προτού διευκρινίσουμε για όσους δεν γνωρίζουν την έννοια, ας δούμε κάποιες σχετικά αντικειμενικές παρατηρήσεις.
Αν κάποιος γέροντας γεροντίζει, δεν το καταλαβαίνει ο ίδιος, είτε γιατί δεν βλέπει τις επιπτώσεις του φαινομένου, τις ενδείξεις, που λεν κι οι γιατροί, θεωρώντας τες φυσικές συμπεριφορές, είτε γιατί δεν θέλει να το αποδεχτεί έχοντας κάποια ανώτερα σχέδια του Θεου να επιτελέσει ως εκλεκτός απεσταλμένος που του χρωστάμε και χάρη. Ειναι δηλαδή ο τελευταίος που θα το αντιληφθεί, αν ποτέ…
Δεν είναι δική μου κακολογία εναντίον της εκκλησίας, αφού ο όρος υπήρχε πρίν βγάλω τις τσίμπλες απο τα μάτια μου εγώ. Δηλαδή, θεολόγοι και γέροντες έχουν προειδοποιήσει τα πρόβατά τους για τους κινδύνους του συγκεκριμένου φαινομένου που έχει αρκετά ταλαιπωρήσει τον σκληρό πυρήνα της εκκλησίας.
Μέχρι πού μπορεί να φτάσει ο γεροντισμός;
Και μέχρι την απώλεια.
Η πίστη μας οδηγεί τους πιστούς στο δρόμο πρός τον αρχηγό Χριστό. Ο βεβλαμένος γέροντας μεταθέτει τον προορισμό – στόχο από τον Χριστό στον εαυτό του (τον γέροντα που έχει αφήσει τα πρόβατα του να τον θεωρούν άγιο εν ζωη) σε έναν άνθρωπο δηλαδή, κάτι που ούτε οι Απόστολοι και μάλιστα οι κεχαριτωμένοι Πέτρος και Παύλος και Ιωάννης δεν τόλμησαν να υπονοήσουν. Αντιθέτως, το κατακεραύνωσαν. Ιδίως γνωρίζουμε, λόγω πολυγραφότητας τα παύλεια συγγράμματα. “Μη Παύλος εσταυρώθη υπέρ ημών;”
Αυτό διαβάστηκε σήμερα Κυριακή 30 Ιουλίου στην εκκλησία και θα ειρήνευα αν δεν διάβαζα την Φωνή Κυρίου, που εν μέσω πυρίνου θέρους βάλθηκε να κυνηγήσει τον γεροντισμό και τις αιρέσεις και έριδες που ελλοχεύουν, καταφέρνοντας μέσα στο ίδιο κείμενο να εξωβελίζει αλλά και να επαινεί τον γεροντισμό ταυτόχρονα!
Γουάου, που λέει κι ο Γιάνης!
Και αν δεν γνώριζα, δυστυχώς, το λόγο των ακροβασιών, θα απορούσα πού βρίσκουν τέτοιους χαμένους στο διάστημα συγγραφείς και αν είναι εύκολο ή δύσκολο να τους βρούνε. Στην αλήθεια, είναι απλά θλιβεροί εντολοδόχοι σε διατεταγμένη υπηρεσία. Πού; Στο πιο κεντρικό και σπουδαίο μέρος της Εκκλησίας της Ελλάδος, την κυριακάτικη ποιμαντική έκδοση της Αποστολικής Διακονίας. Φυσικά, δεν θα έμπαινα τόσο εύκολα στην σέντρα αν δεν είχα παρακολουθήσει το φαινόμενο να εξελίσσεται από την αρχή του πρώτου λεγομένου αποτειχισμού οπότε χρονολογικά ξεκίνησαν οι διεστραμμένες ποιμενικές αγάπες.
Το ερώτημα είναι απλό: Πότε κυνήγησε με τόση επιμονή και επιμέλλεια η εκκλησία της ελλάδος τον γνωστό εδώ και χρόνια και οργώνοντα γεροντισμό; Πού ήταν η ευαισθησία στο πεπλανώμενο ποίμνιον και η έννοια που σε αναγκάζει να σταματήσεις την προσευχή και τις αιτήσεις για παρέμβαση του Θεού δια της Θείας Πρόνοιας;
Η μόνη διαφορά είναι ότι έχει λερωμένη τη φωλιά της η ηγεσία της επι γης εκκλησίας και ως φαρισαϊκη συνωμοσία σπεύδει να συλλάβει εν μέσω νυκτός τον απειλούντα την τάξιν, προσπαθωντας να πείσει όσον λαόν ημπορεί να προτιμήσει τον Βαραβάν και να φωνάξει δυνατότερα των αδαών. Ενδεχομενως να γνωρίζει η φωτισμένη και εκλεγμένη δια του Αγιου Πνευματος ηγεσία, ότι οι υποστηρίζοντες “οχι τον Βαραβαν” δεν είναι καλοπροαίρετοι πιστοί, ούτε νήπιοι κατά την καρδία, ούτε έχει διαπεραστεί από τη μωρία του κυρήγματος του σταυρού, ούτε συσταυρωμενοι είναι, ούτε συνταφέντες και συναναστηθέντες με τον Χριστό.
Δεν μπορώ να φανταστώ έναν εξ αυτών να λέει στον γέροντα της γνωστής πεπλανημένης μονής “Αρκεί μόνο που σε βλεπω πάτερ”. Από προσωπική εμπειρία, ο γέροντας Μάξιμος δείχνει αρκετά να έχει πνεύμα καταλαγής και αγάπης πρός τους κατηγόρους του.
Αλλά ποιος είμαι εγώ για να μετράει η γνώμη μου;