Η συμφωνία της Παναγίας να γεννήσει το Χριστό ήταν μια μεγάλη απόφαση. Ήταν μια απόφαση που επηρέασε την πορεία του ανθρώπινου γένους καθοριστικά. Ήταν μια καθόλου εύκολη απόφαση, μάλιστα για μια νεαρή κοπέλα, που δεν είχε την εμπειρία μεγαλυτέρων ανθρώπων, θεωρητικά σοφότερων και εμπειρότερων από αυτήν. Από το αποτέλεσμά της, είμαστε βέβαιοι ότι ήταν μια σωστή απόφαση, που πάρθηκε υπό δύσκολες συνθήκες. Αυτό επιβεβαιώνει άλλη μια φορά την τελειότητα της Μαρίας, ως ανθρώπου και κατάλληλου προτύπου για μας. Ας μελετήσουμε τον τρόπο με τον οποίο έφτασε στο σημείο να την πάρει, σαν ένα πρότυπο για το πώς κι εμείς να παίρνουμε σημαντικές αποφάσεις της ζωής μας.
Προσόντα
Όσο είμαστε παιδιά, τις σημαντικές αποφάσεις για τη ζωή μας τις παίρνουν οι γονείς, ή οι κηδεμόνες μας. Όσο μεγαλώνουμε και ωριμάζουμε, καλούμαστε σιγά σιγά να λέμε τη γνώμη μας για κάποια θέματα της ζωής μας ή που αφορούν το δικό μας μέλλον, κάτι που συνήθως το επιδιώκουμε έντονα, σαν παιδιά. Ιδιαίτερα στην εφηβεία, οπότε και έχουμε αρχίσει να θεωρούμε τον εαυτό μας “μεγάλο” και “αρκετά ώριμο”, διεκδικούμε πολύ έντονα να είμαστε εμείς αυτοί που θα αποφασίζουν για όσα μας αφορούν προσωπικά. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος των συγκρούσεων μεταξύ γονιών και παιδιών. Πολλές φορές τα παιδιά θεωρούν ότι είναι αρκετά ώριμα, ενώ οι γονείς κρίνουν ότι δεν είναι τόσο όσο χρειάζεται. Δηλαδή,
η ωριμότητα θεωρείται το κριτήριο για να παίρνεις αποφάσεις για τη ζωή σου.
Τι είναι, όμως, ακριβώς η ωριμότητα; Μπορεί να υπάρχουν πολλοί επιστημονικοί ή φιλοσοφικοί ορισμοί, αλλά ο πειστικότερος και πιο εύστοχος πρέπει να είναι ότι
ώριμος είναι ο άνθρωπος που αποδέχεται τα αποτελέσματα των πράξεων και αποφάσεών του και αναλαμβάνει την ευθύνη των συνεπειών τους
Μήπως η ηλικία είναι το κριτήριο για να θεωρείται κάποιος άνθρωπος “ώριμος”; Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις γνωστών μας ανθρώπων, για τους οποίους λέμε αυθόρμητα ότι “δεν έχουν ωριμάσει” ούτε καν μετά τα εξήντα ή ογδόντα χρόνια τους. Πόσοι από μας τους “μεγάλους”, δε λέμε, για αποφάσεις με την προσωπική μας υγεία, ότι “μπορεί ο γιατρός να λέει αυτό, αλλά εγώ θα κάνω το άλλο”; Για την ασφάλειά μας, ή και άλλων, δε ρισκάρουμε; Δεν οδηγούμε στους δρόμους παραβιάζοντας, όχι τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας, αλλά την απλή λογική; Η ηλικία μας μάς έχει εξασφαλίσει το “πιστοποιητικό της ωριμότητας”, τότε; Ή μήπως όταν δεν παίρνουμε τα ενδεδειγμένα μέτρα ασφαλείας στις εργασίες μας, μπορούμε να περνιόμαστε για “ώριμοι”; Είναι, λοιπόν, ολοφάνερο ότι
η φυσική ημερολογιακή ηλικία του ανθρώπου δεν είναι κριτήριο για την ωριμότητα του ανθρώπου, αλλά ένας απλός δείκτης.
Βέβαια, θα έλεγε κάποιος ότι, για να πάρεις σημαντικές αποφάσεις, χρειάζονται και αρκετές γνώσεις που σχετίζονται μ’ αυτές, και η εμπειρία της ηλικίας βοηθάει. Μα πότε γνωρίζουμε αρκετά πράγματα για τα δύσκολα ζητήματα που καλούμαστε να αποφασίσουμε “εμείς οι μεγάλοι”; Πάντοτε, όλο και κάτι δε θα γνωρίζουμε. Δεν μπορούμε να παίρνουμε αποφάσεις τότε; Και ποιος θα τις πάρει; Όσοι παντρεύονται νέοι και κάνουν παιδιά νωρίς, έχουν αρκετές γνώσεις ή εμπειρία για τη σωστή ανατροφή και αγωγή των παιδιών τους; Σε ποια εργασία γνωρίζεις αρκετά στα πρώτα χρόνια που την ασκείς; Συμπεραίνουμε, επιπλέον, ότι και
οι γνώσεις δεν είναι κριτήριο για την λήψη αποφάσεων, αλλά ένα καλό βοήθημα.
Στην περίπτωση του Ευαγγελισμού της Παναγίας, όπως έχουμε πει, ο Θεός δεν θα παραβίαζε την ελεύθερη βούλησή της, για να αποδεχτεί να γεννήσει το Χριστό. Δεν μπορεί, δηλαδή, να έκανε την πρόταση ο Άγγελος Γαβριήλ σε ένα ανώριμο και ανεύθυνο παιδί, γιατί θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι την ξεγέλασε, αν αυτή ήταν ανώριμη και δεν είχε επίγνωση των ευθυνών της. Άρα, ο Παντογνώστης γνώριζε ότι η Μαρία ήταν απόλυτα ώριμη, θα κατανοούσε την πρόταση, και θα γνώριζε την ευθύνη και τις συνέπειες της απάντησής της. Η Μαρία, κατά την Παράδοση, ήταν περίπου δεκατεσσάρων ετών. Αν η Θεοτόκος ήταν τελείως ώριμη σε αυτήν την ηλικία, τότε η ζωή της και η αγωγή της θα πρέπει να μας είναι πρότυπο. Ξέρουμε από τη ζωή της ότι πληρούσε τις προϋποθέσεις να είναι ότι πιο αγνό και καθαρό μπορεί να είναι ένας άνθρωπος. Δηλαδή,
“οι γονείς να πιστεύουν βαθιά και απόλυτα στο Θεό, ήδη από τη στιγμή της συλλήψεως και την κυοφορία ενός παιδιού από τη μητέρα του, καθώς και από τη γέννησή του να το ανατρέφουν και να το διαμορφώνουν πνευματικά ως προς την πίστη στο Θεό.”
Από τη στιγμή που οι γονείς της την παρέδωσαν στους ιερείς του Ναού, αυτή βίωνε την εμπειρία του Θεού σε εκπληκτικό σημείο, ώστε, όπως λένε, ζούσε στα Άγια των Αγίων και την έτρεφε Άγγελος Κυρίου. Αυτή η βιωματική σχέση με τον Θεό, την πλήρωνε ως άνθρωπο και την ανέβαζε σε ασύλληπτα ύψη αντίληψης του κόσμου και των πραγμάτων. Η θεώρησή της του κόσμου πλησίαζε στην θεώρηση του κόσμου από τον Θεό και αυτό της πρόσθετε γνώση και εμπειρία που μόνο ελάχιστοι άνθρωποι μπορούν να αποκτήσουν και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια ζωής. Άρα,
όσο περισσότερο βίωμα από την παρουσία του Θεού έχει κάποιος άνθρωπος, τόσο καλύτερη αντίληψη των πραγμάτων έχει και τόσο περισσότερες γνώσεις αποκτάει, ιδιαιτέρως αν αυτή η σχέση τηρείται από μικρή ηλικία.
Μεθοδολογία
Αφού μελετήσαμε τα προσόντα που βοηθούν κάποιον να είναι αρκετά ώριμος για να παίρνει δύσκολες αποφάσεις, ας δούμε τη μεθοδολογία που χρησιμοποίησε η Μαρία στη συνάντησή της με το Γαβριήλ.
Κατ’ αρχήν, η παρουσία ενός Αγγέλου δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο για τη μικρή Μαρία. Δεν της ήταν παράξενο να της παρουσιαστεί ένας Άγγελος και να της μιλήσει, αφού, όπως είπαμε, από μικρή είχε την εμπειρία να την τρέφει ένας Άγγελος. Όμως, στο άκουσμα εκείνου του “Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν”, εκείνη ταράχτηκε από το χαιρετισμό αυτό, συλλογιζόμενη τι να εννοεί με αυτό ο Άγγελος. Ένας Άγγελος του Θεού την εκθείαζε με εξαιρετικά τιμητικά λόγια και χαρακτηρισμούς και αυτή, αντί να αποδεχτεί αυτά τα κομπλιμέντα, απόρησε, σαν να ήταν κάτι ανάρμοστο γι’ αυτήν. Είχε τόση ταπεινοφροσύνη, και απλότητα, που τα λόγια αυτά της φάνηκε να απευθύνονται σε κάποιον άλλο, αφού αυτή δεν θεωρούσε τον εαυτό της τόσο εξαιρετικό, όσο την περιέγραφε ο Άγγελος. Από αυτήν τη σημαντική αφετηρία ξεκίνησε η Μαρία να αντιμετωπίζει τη συνάντηση, δηλαδή
αντιμετώπιζε μια είδηση με ταπεινοφροσύνη
Αφού ο Άγγελος της εξήγησε ακριβώς τι ακριβώς της ζητούσε ο Θεός να κάνει, δηλαδή να συλλάβει, να κυοφορήσει και να γεννήσει, “συλλήψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν”, δεν απάντησε αμέσως, αλλά το εξέτασε με τη λογική της. Είχε γνωρίσει θαύματα, όπως τη σύλληψη της συγγενούς της Ελισάβετ σε προχωρημένη ηλικία και θα είχε πληροφορηθεί και για τη μητέρα της με τη δική της σύλληψη, αλλά αυτά ήταν στα πλαίσια της ανθρώπινης φύσης, δηλαδή, με την σαρκική ένωση ανδρογύνου. Τέτοιο “υπέρ της ανθρωπίνης φύσεως” θαύμα δεν είχε υπάρξει, ούτε στην εποχή της, ούτε υπήρχε αντίστοιχο στις Γραφές των προφητών. Δε δίστασε, λοιπόν, να ζητήσει περισσότερες πληροφορίες και επιβεβαίωση, ακόμα και από αυτόν τον Άγγελο του Θεού, για να βεβαιωθεί ότι κατάλαβε σωστά το μήνυμα και δεν το είχε παρερμηνεύσει. Στο ζήτημα που έπρεπε να αποφασίσει, λοιπόν,
ζήτησε περισσότερες πληροφορίες, επιβεβαίωση, ώστε το ερώτημα που πρόκειται να απαντήσει να είναι σωστά κατανοημένο, προτού πάρει την απόφασή της.
Αυτή η αντίδραση της Μαρίας, να ζητήσει επιπλέον επιβεβαίωση, ήταν απολύτως απαραίτητη για τον Άγγελο, δηλαδή και το Θεό, ώστε να υπάρχει ρητή και ξεκάθαρη επιβεβαίωση για την ωριμότητα και την παρρησία της μικρής εφήβου, και ότι αυτή δεν θα συμφωνήσει από φόβο, ή από αδυναμία σθεναρής προσωπικότητας, αλλά με πλήρη επίγνωση για το έργο που καλούταν να συμμετάσχει και να επιτελέσει. Για να πάρεις, λοιπόν, μια δύσκολη απόφαση
χρειάζεται σθένος, γενναιότητα, παρρησία και πλήρη επίγνωση του ζητήματος.
Μετά την τιμητική υπακοή του Αγγέλου στην απαίτηση της Μαρίας για περισσότερες πληροφορίες και επεξηγήσεις, η κοπέλα απάντησε αμέσως. Οι επιπλέον εξηγήσεις που πήρε ήταν αυτές, που γνώριζε ο Θεός πως χρειαζόταν η Μαρία, για να πάρει την απόφασή της, χωρίς χρονοτριβή και άλλο δισταγμό. Πρώτα της εξήγησε, πως για την υπερφυσική σύλληψη τέκνου χωρίς τη συμμετοχή άνδρα, θα γίνει Θεϊκή παρέμβαση, δηλαδή, θα γίνει δυνατή με ενέργεια του Παντοδύναμου Δημιουργού. Για να μην της μείνει η παραμικρή αμφιβολία ότι ο αγγελιοφόρος ήταν σίγουρα απεσταλμένος του Θεού και όχι κάποια πλάνη του Αντικειμένου, της ανέφερε μια πληροφορία που μόνο ο Θεός και κάποιοι λίγοι άνθρωποι γνώριζαν, δηλαδή την σύλληψη της Ελισάβετ, η οποία είχε κρατηθεί σε απόλυτη μυστικότητα, αλλά που η Μαρία, σαν στενή συγγενής, την γνώριζε. Μάλιστα, ανέφερε και το χρόνο του γεγονότος, έξι μήνες πριν. Είναι σημαντικό ότι
όταν κάποιος μας ζητάει κάτι, πρέπει να λάβουμε υπόψη, αν μας απαντάει με ευθύτητα και ευκρίνεια κάθε απορία μας και απαντάει όλα τα ερωτήματά μας, ακόμη και περισσότερα από αυτά που κάνουμε.
Μετά από αυτές τις διευκρινήσεις, η απόφαση της Μαρίας ήταν εύκολη, γιατί ήξερε τι ήθελε στη ζωή της. Η Παναγία, σε όλη της τη ζωή είχε ανατραφεί και γαλουχηθεί πνευματικά, ώστε είχε καταλάβει τι είναι αυτό που χρειάζεται να κάνει ο άνθρωπος στη ζωή του και τι να επιδιώκει. Είχε από καιρό αποφασίσει ότι ήθελε να εφαρμόζει το θέλημα του Θεού, γιατί σε Αυτόν αξίζει να έχεις απόλυτη εμπιστοσύνη. Ακόμη και αν δεν βλέπουμε άμεσα μια θετική, κατά την άποψή μας, εξέλιξη από την τήρηση του θελήματος του Θεού από την πλευρά μας. Ο Θεός δεν μας αποκαλύπτει πάντοτε αμέσως το σχέδιό Του. Σίγουρα, όμως,
βασικό, αν όχι μοναδικό κριτήριο για να πάρουμε μια απόφαση για ένα σημαντικό ζήτημα στη ζωή μας, είναι να βεβαιωθούμε όσο είναι δυνατόν καλύτερα ότι, αυτό που θα αποφασίσουμε, είναι το θέλημα του Θεού.
Από τη στιγμή που πήρε όλες τις διαβεβαιώσεις, ότι το μήνυμα προερχόταν πραγματικά από το Θεό και ότι αυτό που της ζητούσε να κάνει, ήταν το θέλημα του Θεού, απάντησε αμέσως.
Αν έχουμε βεβαιωθεί για το ποια επιλογή, από αυτές που έχουμε, είναι στο δρόμο του θελήματος του Θεού, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη χρονοτριβή στο να πάρουμε την απόφασή μας.
Δεν μπορούμε, βέβαια, όλοι εμείς να έχουμε, ούτε τα προσόντα της Παναγίας, ούτε οι συνθήκες της ζωής είναι τέτοιες, ώστε να έχουμε όλες τις πληροφορίες, που θα μας βοηθούσαν να πάρουμε με σιγουριά τις σημαντικές αποφάσεις, όπως μας προκύπτουν. Μπορούμε, όμως, να κάνουμε ότι είναι δυνατόν, και ο Θεός, βλέποντας την καλή μας πρόθεση, δεν θα μας αφήσει χωρίς ανταμοιβή και χωρίς την προστασία Του.
Και αν εμείς δεν είχαμε τις τέλειες προϋποθέσεις αγωγής και ανατροφής, μπορούμε να βάλουμε σαν στόχο, να τα παράσχουμε και να τα διασφαλίσουμε, όσο είναι δυνατόν, για τα δικά μας παιδιά, είτε τα κατά σάρκα, είτε τα πνευματικά μας παιδιά.